Νίκος Ραχωβίτης |
Η ανάγκη για τη δημιουργία κοινωνικών δικτύων στις μέρες μας μεγαλώνει συνεχώς και όπως ήδη διαφαίνεται, εξίσου μεγαλώνει και η αποτελεσματικότητά τους. Σε μια περίοδο που το έλλειμμα δημοκρατίας έχει διευρύνει τις ανισότητες και έχει επιτρέψει στις μειοψηφίες (είτε με θετικό, είτε με αρνητικό πρόσημο) να ορίζουν το παιχνίδι, η συμμετοχή ολοένα και περισσότερων άμεσα ενδιαφερομένων πολιτών-stakeholders σε μια κοινωνική διαδικασία επιρροής-λήψης αποφάσεων φαντάζει απαραίτητη.
Τα κοινωνικά δίκτυα πολιτών μπορούν να φέρουν τους πολίτες πιο κοντά, να τους κάνουν κοινωνούς και συμμέτοχους στη λύση των προβλημάτων τους. Όλοι εμείς οι πολίτες δεν δικαιούμαστε πλέον να μένουμε απαθείς ή αμέτοχοι, δεν αρκεί να αποφασίζουν άλλοι για εμάς χωρίς καν να ενδιαφέρονται για τη γνώμη μας, χωρίς ούτε καν να συζητάνε μαζί μας και να μας πείθουν πως οι προτάσεις-λύσεις τους είναι οι καλύτερες δυνατές για όλους μας.
Η αποκέντρωση, αν και όχι ακόμη λειτουργική, δημιουργεί την ανάγκη για περαιτέρω ενεργοποίηση της κοινωνίας των πολιτών, των «μετόχων» του κοινωνικού γίγνεσθαι, μέσα στο οποίο ζούμε, εργαζόμαστε και δημιουργούμε. Άλλωστε, η οργανωμένη περιφερειακή διαβούλευση με την τοπική κοινωνία, όπως επιτάσσει η σύμβαση του Άαρχους την οποία και επικύρωσε η ελληνική βουλή με το νόμο 3422/2005, είναι πλέον και θεσμοθετημένη.
Ωστόσο, στην Ελλάδα και ακόμη περισσότερο στην περιφέρεια δεν είμαστε συνηθισμένοι στην συμμετοχή, στην από κοινού διαμόρφωση της καθημερινότητας και στον σχεδιασμό του μέλλοντός μας, ούτε, βεβαίως, στην απαίτηση λογοδοσίας εκ' μέρους των εκλεγμένων εκπροσώπων μας. Έχουμε μάθει, είτε να μένουμε απαθείς ως προς τις απαιτούμενες ενέργειες και θυσίες στην προσωπική μας ζωή, είτε να γινόμαστε έντονα βερμπαλιστές και αμφισβητίες στις μεταξύ μας (τύπου καφενείου) συζητήσεις.
Στις σύγχρονες δημοκρατίες η ανάγκη για μεγαλύτερη συμμετοχή του κόσμου είναι δεδομένη. Οι παραδοσιακές μορφές αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας δεν είναι πλέον επαρκείς. Στερούν από την κοινωνία ένα πολύ ζωντανό κύτταρό της, ένα ανθρώπινο δυναμικό το οποίο ενώ έχει τη διάθεση και την ικανότητα να συμβάλλει, δεν κατορθώνει να βρει έκφραση στα στενά πλαίσια ενός κατ' επίφαση αντιπροσωπευτικού πολιτικού συστήματος, όπως του ελληνικού. Η «Μετα-δημοκρατία» που περνάει μέσα από την προσαρμογή των δημοκρατικών συστημάτων στις ανάγκες τις εποχής, δηλαδή στην διαδικασία της συνδιαμόρφωσης των αποφάσεων με τους κοινωνικούς εταίρους-stakeholders σταδιακά μετατοπίζεται από τα εργατικά συνδικάτα στα κοινωνικά δίκτυα πολιτών, τα οποία δεν δημιουργούνται στη βάση ταξικών ή επαγγελματικών διαχωρισμών, αλλά μάλλον στη βάση κοινών επιδιώξεων, κοινών αντιλήψεων και κοινών αισθητικών προσεγγίσεων.
Μέσα σ' αυτήν την διάσταση, η κοινωνία, ως (ανεξάρτητος από το κράτος) δημόσιος χώρος, αποτελεί ένα πεδίο ελευθερίας, στο οποίο οι κανόνες και οι μορφές συνεργασίας της κοινωνικής ζωής είναι μεταλλάξιμες. Και το μόνο που έχει τελικά σημασία είναι η διατήρηση αυτής της δυνατότητας. Όσο πιο ανεπτυγμένη είναι η κοινωνία πολιτών τόσο πιο άρτια λειτουργεί το δημοκρατικό πολίτευμα. Στην ελληνική περίπτωση, βεβαίως, η υπερτροφία του κράτους οδηγεί στην ανισορροπία της σχέσης.
Σε έρευνα του Πανεπιστημίου John Hopkins[i], η οποία περιλαμβάνεται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την οικονομική αξία του εθελοντισμού το 2008, ο τομέας της Κοινωνίας Πολιτών συμβάλλει στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σε πολλές χώρες σχεδόν όσο και ο κατασκευαστικός και τραπεζικός κλάδος! Αυτό σημαίνει ότι σε αυτόν οφείλεται το 5-7% του ΑΕΠ των χωρών, όπου διεξήχθη η έρευνα. Και βεβαίως, μην υποτιμούμε τη θετική επίπτωση που έχει στην αύξηση του «κοινωνικού κεφαλαίου», μέσω του κλίματος εμπιστοσύνης που δημιουργεί η εθελοντική συνεργατικότητα.
Η αξία της διαβούλευσης σε όλες τις εκφάνσεις της οικονομικής και κοινωνικής ζωής είναι αποδεδειγμένη, και για τις προηγμένες κοινωνίες αποτελεί βασικό παράγοντα διαμόρφωσης του δείκτη πολιτισμού, συνεργατικότητας και δημοκρατίας μιας χώρας, αρκεί βεβαίως να μην καταστεί ομαδική ψυχοθεραπεία. Οι Οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συμμετέχοντας περισσότερο σε δίκτυα και πλατφόρμες οριζόντιας συνεννόησης και συνεργασίας, από ότι σε δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια όργανα, όπως Ομοσπονδίες και Συνομοσπονδίες, λειτουργούν αυτόνομα και άμεσα, χωρίς την ανάγκη διαμεσολαβητών ή αντιπροσώπων.
Η σημασία των δικτύων πολιτών σταδιακά γίνεται κομβική, καθώς προάγει νέα κοινωνικά ζητήματα, που ακόμη και αν μέχρι πρόσφατα αφορούσαν σε ατομικά ή κοινωνικά συμφέροντα, τα ανυψώνει σε επίπεδο γενικού συμφέροντος συνδράμοντας στον θεσμικό εκσυγχρονισμό της Πολιτείας και βελτιώνει πρακτικές και συμπεριφορές μέσα από νέες ιδέες και καινοτόμες λύσεις σε ζητήματα, που με τον καιρό, υιοθετούνται τόσο από τον κρατικό όσο και από τον ιδιωτικό τομέα.
Η κοινωνία των δικτύων πολιτών έρχεται να επαναθέσει πολιτισμικές αξίες, με στόχο τον περιορισμό ενός εικονικού κοινωνικού και οικονομικού «παιχνιδιού», αποδεχόμενη πως «χωρίς λεφτά γίνεται, χωρίς ανθρώπους όχι»! |